Βασίλης Πλιάτσικας στο Deportes24: «Το μεγαλύτερο απωθημένο μου είναι ότι εξωτερικοί παράγοντες δεν με άφησαν να χαρώ το ποδόσφαιρο»

Ο Βασίλης Πλιάτσικας ξετυλίγει το κουβάρι της ζωής του στο Deportes24 παραχωρώντας συνέντευξη στην Σοφία Καρακασίδη.

Ο Βασίλης Πλιάτσικας αποκλειστικά στο Deportes24!

Ένας ποδοσφαιριστής που βίωσε τα… πάντα στην καριέρα του ανοίγει τα καρδιά του και μιλά για τα καλά, τα άσχημα, τη θητεία του στην ΑΕΚ, τη Σάλκε, τον σοβαρό τραυματισμό του, τους εξωτερικούς παράγοντες που του στέρησαν την χαρά του να χαρεί όπως ήθελε πραγματικά το ποδόσφαιρο και το πόσο σημαντική είναι στο τέλος της μέρας είναι η υγεία για έναν αθλητή ο οποίος σε περίπτωση που τραυματιστεί σοβαρά το στοίχημα για τον ίδιο όπως τόνισε δεν είναι αν θα κάνει καριέρα αλλά αν θα… βγάλει και μια προπόνηση.

Η συνέντευξη του Βασίλη Πλιάτσικα:

Ο μπαμπάς σου ήταν ποδοσφαιριστής. Ήταν ο κύριος εμπνευστής σου για να ασχοληθείς με το ποδόσφαιρο;

«Έτσι είναι. Ήταν ο λόγος που ξεκίνησα να παίζω ουσιαστικά ποδόσφαιρο. Με έπαιρνε μαζί του στις ομάδες που πήγαινε καθώς και μετά που ήταν προπονητής σε πιο χαμηλές κατηγορίες. Ήταν το κίνητρο για να ασχοληθώ και εγώ με το ποδόσφαιρο γιατί είδα ότι το αγαπάω πραγματικά».

Βοηθάει θεωρείς να έχει ένα παιδί τον μπαμπά του ποδοσφαιριστή; Έχει το ποδόσφαιρο από μικρή ηλικία στην καθημερινότητα του και ενδεχομένως να είναι πιο προετοιμασμένο σε κάποια πράγματα.

«Σίγουρα παίζει ρόλο. Από την άλλη, υπάρχουν καταστάσεις που έχουν δείξει ότι οι γονείς ασκούν τρομερή πίεση στα παιδιά τους και είναι πολύ αρνητικό όλο αυτό. Σίγουρα όταν κάποιων παιδιών οι μπαμπάδες είναι πολύ μεγάλοι ποδοσφαιριστές, τους επισκιάζουν οπότε έχουν αυτό το… βάρος στους ώμους τους. Από την άλλη, πρέπει να υπάρχει μια ισορροπία για να σε προφυλάξει στην ουσία ο άνθρωπος που ξέρει καλύτερα κάποια πράγματα που ίσως δεν πρέπει να κάνεις ή έναν τρόπο που πρέπει να ακολουθήσεις. Αυτό είναι το μεγαλύτερο καλό που μπορεί σου κάνει».

Σε ηλικία 17 ετών πήρες μεταγραφή στην ΑΕΚ. Σε μια τόσο νεαρή ηλικία σε ζητάει μια ομάδα με τέτοιο όνομα και μέγεθος. Πόσο εύκολο ήταν να το διαχειριστείς όλο αυτό;

«Για μένα ήταν πρωτόγνωρο το συναίσθημα. Πραγματικά πάρα πολύ όμορφο. Γενικά όλα τότε έγιναν πάρα πολύ γρήγορα. Ειδικά στις αρχές της καριέρας μου, οπότε δεν προλάβαινα και τόσο πολύ να τα σκεφτώ ή να τα επεξεργαστώ πάρα πολύ καλά για να νιώσω το μέγεθος. Ενθουσιάστηκα σίγουρα πάρα πολύ. Το θέμα είναι πως ξεκίνησα αμέσως την προετοιμασία και εντάχθηκα στην ομάδα οπότε ήταν κάτι δεδομένο και βάσει εξέλιξης που είχα ποδοσφαιρικά. Μας αντιμετώπιζαν ότι είμαστε έτοιμοι οι ίδιοι ποδοσφαιριστές. Δεν είναι όπως τώρα που λένε πχ. ότι είναι μικρός, θέλει πίστωση χρόνου. Τότε 17 χρονών είχαμε πάει κι άλλα παιδιά και έπρεπε να είμαστε έτοιμοι για την ομάδα».

Άρα στην ουσία από νεαρή ηλικία ένιωσες αυτό που λέμε την πίεση του πρωταθλητισμού…

«Ναι αυτή την πίεση, πάρα πολύ. Δεν είχες πίστωση χρόνου να κάνεις λάθη, να κερδίσεις χρόνο. Δεν υπήρχε αυτό το πράγμα. Η ομάδα πρωταγωνιστούσε, ήταν άλλα τα οικονομικά μεγέθη της τότε εποχής σε σχέση με την τωρινά. Άλλοι ποδοσφαιριστές και ακόμη και οι Έλληνες που ήταν τότε στο ρόστερ ήταν παίκτες που έπαιζαν στην Εθνική και είχαν πάρει το Euro. Εξίσου άλλοι ποδοσφαιριστές, Έλληνες, όπως ο Λυπερόπουλος, ο Ζήκος, ο Γιώργος Αλεξόπουλος, ήταν παιδιά που είχαν παραστάσεις και εμπειρία στην κατηγορία χρόνια και ήταν το μέγεθος τεράστιο. Και οι ξένοι που υπήρχαν ήταν τεράστια ονόματα. Οπότε έπρεπε να ενταχθείς πρώτα ψυχολογικά και μετά σωματικά».

«Ήμουν τυχερός που έζησα πολύ καλές εποχές της ΑΕΚ – Νιώθω ευγνώμων στη ζωή που βρέθηκα σε αποδυτήρια με τεράστια ονόματα όπως ο Ραούλ, ο Νόιερ, ο Ράκιτιτς…»

Πέρασες τέσσερα χρόνια στην ΑΕΚ. Πως θα τα χαρακτήριζες; Δεν είχε κατακτηθεί κάποιος τίτλος ωστόσο βίωσες και τη χρονιά του 2008 που είχε γίνει μεγάλος… ντόρος για το χαμένο πρωτάθλημα από τον Ολυμπιακό στα χαρτιά.

«Ήμουν τυχερός που έζησα πολύ καλές εποχές της ΑΕΚ. Ναι μεν χάσαμε τότε το πρωτάθλημα στα χαρτιά, ουσιαστικά ήμασταν πρωταθλητές. Πήγαμε σε δυο τελικούς Κυπέλλου, στο Ηράκλειο και το 4-4 με τον Ολυμπιακό που από μόνο του τα λέει όλα. Η ομάδα συμμετείχε στο Champions League. Έκανε τεράστιες νίκες. Σε αυτά τα τέσσερα χρόνια υπήρχαν πάρα πολύ ωραίες στιγμές και ήταν δύσκολο να θες να φύγεις από μια τέτοια ομάδα. Εγώ τότε ήμουν πολύ τυχερός γιατί ήμουν στην ηλικία αυτή, είχα αρκετά χρόνια στην ομάδα. Ναι μεν όσον αφορά τις συμμετοχές, θα μπορούσα να έχω περισσότερες. Από κει και πέρα, βρέθηκε μια καλή πρόταση (Σάλκε) για την ομάδα. Ίσως και η ΑΕΚ και εγώ εκείνο το διάστημα να μην ήμουν πολύ ευχαριστημένος ή και η ομάδα από μένα οπότε πιστεύω πως ήταν η καλύτερη λύση να με πουλήσει γιατί βρέθηκε μια τρομερή πρόταση όσον αφορά το μέγεθος της ομάδας για μένα».

Σε νεαρή ηλικία, στα 21 σου χρόνια έφυγες από την Ελλάδα για να πας στην Γερμανία για λογαριασμό της Σάλκε και πραγματοποίησες ένα όνειρο που έχουν οι περισσότεροι παίκτες, να αγωνιστείς στο εξωτερικό.

«Είναι το μέγεθος της ομάδας που το κάνει αυτό. Ειδικά η Σάλκε τότε δεν είχε καμία σχέση με τη Σάλκε που είναι τώρα. Αυτό που αντίκρισα και είδα στο που θα πάω πραγματικά όχι απλά έμεινα έκπληκτος…δεν μπορούσα να διαχειριστώ τα ονόματα, τον προπονητή, ήταν όνειρο ζωής. Όλα έγιναν πολύ γρήγορα. Μέσα σε μια τετραετία συνέβησαν τρία γεγονότα για μένα, το να πάω στην ΑΕΚ, το να πάω στην Εθνική Ελλάδος που έκανα ντεμπούτο στα 20 μου χρόνια και να πάω στη Σάλκε».

Με το που πήγες στη Σάλκε ένιωσες απευθείας αυτή την αλλαγή τόσο στις υποδομές που υπήρχαν όσο και στην νοοτροπία που υπάρχει στο εξωτερικό;

«100%. Είναι ένας άλλος κόσμος. Γενικά αυτό που αντικρίζουν όλοι οι παίκτες που έχουν τη δυνατότητα να φύγουν και να παίξουν στο εξωτερικό. Νομίζω είναι το πρώτο χαρακτηριστικό που κάνει την διαφορά».

Είχες προπονητή τον Φέλιξ Μάγκατ. Ένας προπονητής που φημιζόταν για τις σκληρές προπονήσεις του. Τι σου έχει μείνει πιο έντονα;

«Ήταν ουσιαστικά η αρχή, όταν ξεκίνησα. Με ρώτησε αν ήθελα να πάω στην ομάδα και του λέω πάρα πολύ. Με ρώτησε αν γνώριζα τι προπονητής ήταν και τι προπονήσεις έκανα. Του είπα πως έχω μάθει. Όχι μου λέει, κάνω λίγο… περισσότερο από τους άλλους. Οπότε πήρα το μήνυμα κατευθείαν, αμέσως από την πρώτη προπόνηση που πήγα να κάνω μόλις υπέγραψα. Σκέψου βγήκαμε στον δρόμο να τρέξουμε 90 λεπτά το πρωί, μετά από τρεις ώρες και μιάμιση ώρα κερκίδα, το απόγευμα είχαμε και φιλικό».

Είχες και την ευλογία να έχεις συνεργαστεί με τον Ραούλ. Ένας από τους μεγαλύτερους Ισπανούς μεσοεπιθετικούς και… σημαία της Ρεάλ Μαδρίτης…

«Νιώθω πραγματικά και τυχερός και ευγνώμων στη ζωή μου που βρέθηκα σε αποδυτήρια με τεράστια ονόματα. Δηλαδή αν δούμε τα ονόματα που υπήρχαν τότε στην ΑΕΚ και μετά που πήγα στη Σάλκε. Και μόνο που θα πεις Ραούλ, Νόιερ, Χούντελαρ, Φαρφάν, Ράκιτιτς… το μέγεθος είναι τεράστιο. Από μόνο του δηλαδή. Όπως είπες ο Ραούλ συγκεκριμένα, το μέγεθος του εκείνη την εποχή να φύγει από τη Ρεάλ Μαδρίτης ως θρύλος της για να πάει στη Σάλκε, σκέψου τι τον κέρδισε κι αυτόν για να πάει σε αυτή την ομάδα, το μέγεθος της. Σαν άνθρωπος ο Ραούλ ήταν πάρα πολύ ήρεμος, απλός, πολύ δουλευταράς και γενικά η αύρα σου έδινε να καταλάβεις ποιο είναι το μέγεθος του ονόματος του».

«Ο τραυματισμός μου ήταν πρωτόγνωρος για τα τότε δεδομένα – Αυτά που έρχονται στην πορεία είναι χειρότερα και κανένας αθλητής δεν είναι έτοιμος να διαχειριστεί αυτό το φορτίο»

Μια στιγμή που έχει σημαδέψει την καριέρα του είναι ο σοβαρός τραυματισμός που ήρθε πάνω στο peek της καριέρας σου και στην ουσία βίωσες και την σκληρή πλευρά του αθλητισμού.

«Όλα έγιναν πολύ γρήγορα οπότε αυτό ήρθε να… δέσει το κερασάκι μ’ έναν πολύ σπάνιο τραυματισμό ουσιαστικά στην καλύτερη περίοδο στην οποία μπορούσα να βρίσκομαι. Ήμουν στη Σάλκε, έπαιζα στην Εθνική και έχασα ένα Μουντιάλ που ήταν όνειρο ζωής. Ήταν κάτι πρωτόγνωρο. Μέχρι να το πάθεις επειδή δεν γνωρίζεις τι πρόκειται να αντιμετωπίσεις από κει και πέρα, λες ότι είναι ένα εμπόδιο το οποίο σκοπεύεις να ξεπεράσεις. Νομίζω αυτά που έρχονται στην πορεία είναι ακόμα χειρότερα και εκεί δεν είναι πραγματικά κανένας αθλητής έτοιμος να διαχειριστεί όλο αυτό το φορτίο.

Αυτό που έπαθα εγώ τότε ήταν πρωτόγνωρο για τα δεδομένα τότε γιατί δεν υπήρχε και αντίστοιχο περιστατικό εδώ στην Ελλάδα που να έχει αποκατασταθεί σε πολύ καλό βαθμό ή να έχει ξανασυμβεί. Οπότε ήταν πραγματικά πάρα πολύ δύσκολο επειδή δεν γνωρίζαμε αν θα επιστρέψω, πότε θα επιστρέψω και σε ποιο βαθμό. Ο γιατρός μου είχε μπει τότε πως υπήρχαν 50-50 πιθανότητες ή και περισσότερες να σταματήσω το ποδόσφαιρο. Οπότε καταλαβαίνεις ότι όταν είσαι στο peek της καριέρας σου και ακούς μια τέτοια είδηση, που εγώ πριν πάω να κάνω εξετάσεις νόμιζα πως απλά ήταν ένας μηνίσκος, πως σύντομα θα μαι έτοιμος και είχα ψυχολογία καλή. Ανατράπηκαν τα δεδομένα , για να μείνω τελικά σχεδόν δυο χρόνια εκτός».

Θεωρείς πως είχες την απαραίτητη στήριξη τότε από τη Σάλκε;

«Σε ένα συγκεκριμένο κομμάτι ήμουν τυχερός και την είχα, στα περισσότερα κομμάτια όχι. Δεν ξέρω πραγματικά αν είναι η ομάδα, οι άνθρωποι γιατί δεν πιστεύω πως ήταν σε όλες τις ομάδες αυτό. Είδα πραγματικά την σκληρότητα του τραυματισμού».

«Μετά από έναν τραυματισμό το στοίχημα δεν είναι αν θα κάνεις καριέρα αλλά να βγάλεις ακόμη και μια προπόνηση – Το δύσκολο κομμάτι είναι το ψυχολογικό που αντιμετωπίζει ο κάθε αθλητής που ακούει: Πάλι τραυματίας; Δεν σε υπολογίζουμε, είσαι τελειωμένος…»

Μετά τον τραυματισμό σου, δεν βρήκες… χώρο στην Σάλκε και έτσι αποφάσισες να δοκιμάσεις την τύχη σου στην Ουκρανία και την Μέταλουργκ Ντόνετσκ. Ήταν ένα περιβάλλον για να πεις πως θα κάνω… restart;

«Σίγουρα μετά τα πράγματα δεν εξελίχτηκαν καλά για μένα γιατί η ομάδα είχε κάνει τρομερή πορεία και ήταν στο Champions League. Κάθε χρόνο ερχόντουσαν καινούργιοι ποδοσφαιριστές και επένδυε πολλά εκατομμύρια τότε η ομάδα οπότε δεν υπήρχε πίστωση χρόνου, να κερδίσεις τη θέση σου. Αλλάξαν και οι προπονητές οπότε είναι λογικό να υπάρχει μια κάθοδος το επόμενο διάστημα. Απλά εμένα αυτό που με ένοιαζε ήταν να είμαι σωματικά καλά και να έχω κάποια παιχνίδια στα πόδια μου για να νιώσω ότι έχω ξεπεράσει πλήρως τον τραυματισμό μου. Από κει και πέρα δεν με ένοιαζε τόσο η καριέρα που θα έκανα όσο το να είμαι εγώ υγιής και κάθε παιχνίδι ή προπόνηση που θα έβγαζα γιατί εκεί ήταν το στοίχημα. Μετά από έναν τέτοιο τραυματισμό το στοίχημα δεν είναι αν θα κάνεις καριέρα, το στοίχημα είναι να βγάλεις ακόμη και μια προπόνηση.

Οπότε για μένα η κάθε προπόνηση ήταν για μένα θαύμα ότι τελείωνε και ήμουν υγιής. Μετά είχα κι άλλους τραυματισμούς, υπάρχει ένας μηχανισμός στο σώμα που μπορεί να μην σε ενοχλήσει αυτό αλλά κάτι… άλλο οπότε θα έπρεπε να μείνεις ξανά εκτός για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα και αυτό είναι μια αλυσίδα. Αυτό είναι το πιο δύσκολο κομμάτι που πρέπει να διαχειριστείς. Το να μένεις συνέχεια έξω και να ακούς τον καθένα να σου λέει πάλι τραυματίας, δεν σε υπολογίζουμε, είσαι τελειωμένος… Αυτό είναι το χειρότερο κομμάτι, το ψυχολογικό που αντιμετωπίζει ο κάθε αθλητής. Το στοίχημα με τον ίδιο του τον εαυτό, το να επανέλθει. Επειδή ήμουν ένα χρόνο εκτός ομάδος στη Σάλκε, ήθελα να πάω σε ένα πρωτάθλημα που θα διατηρηθώ σε ένα υψηλό επίπεδο και τότε νομίζω ότι η Ουκρανία το επέτρεπε αυτό σε έναν αθλητή. Και σε επίπεδο εγκαταστάσεων και από θέμα οικονομικής πλευράς αλλά και εξέλιξης. Τότε το ουκρανικό πρωτάθλημα ήταν πολύ ανεπτυγμένο και ήταν 5-6 ομάδες σε τοπ επίπεδο. Καμία σχέση με την κατάσταση που επικρατεί τώρα».

Στην Ουκρανία βίωσες στην ουσία… πόλεμο. Την ρωσική εισβολή.

«Η κάθε κατάσταση σε ωριμάζει, σε ενδυναμώνει και σε πικραίνει. Θέλει και τύχη στη ζωή. Ήμουν τόσο ευτυχισμένος που πήγα εκεί και άρχισα να παίζω σε ένα πολύ ωραίο πρωτάθλημα, με τόσο καλούς συμπαίκτες με ποιότητα οπότε σκέψου έλεγα μακάρι να ερχόμουν και νωρίτερα. Στην ουσία με το που πήγα, μετά από 4-5 μήνες έγινε η ρωσική εισβολή οπότε βιώνεις πάλι καταστάσεις που είναι ένα πισωγύρισμα».

Τι ήταν αυτό που σου έδωσε το πέρασμα σου από την ρουμανικό πρωτάθλημα και την Άστρα;

«Μετά από κάποια στιγμή όταν έχουν υπάρξει τόσα στραβά που δεν εξαρτώνται από σένα ουσιαστικά. Όλα όσα συνέβησαν σε μένα δεν ήταν θέμα ικανοτήτων, το πως έβλεπα το ποδόσφαιρο ή αν δούλευα αρκετά. Ήταν εξωτερικοί παράγοντες που αυτοί είναι που επηρεάζουν πολύ περισσότερο την πορεία σου στο μέλλον. Άρα αναγκαστικά έπρεπε να βρω πάλι μια ομάδα η οποία θα ήταν καλή, θα πρωταγωνιστούσε και θα μου έδινε το κίνητρο να κάνω το restart. Βρέθηκε τότε η Άστρα που πραγματικά και εγώ δεν την γνώριζα. Μια καινούργια ομάδα και απλά μου είπαν ότι παίζει στα προκριματικά της Ευρώπης και είναι στο Βουκουρέστι, μια πολύ ωραία πόλη. Οπότε αυτά τα δυο μου έδωσαν το κίνητρο για να πάω στην Ρουμανία. Εξελίχτηκε πολύ καλά γιατί η ομάδα κέρδισε την Λιόν και βγήκε στους ομίλους του Europa League. Πρωτόγνωρο…για πρώτη φορά στην ιστορία της και ήταν η πρώτη φορά που ακούστηκε σαν ομάδα στην Ευρώπη.

Τον Ιανουάριο επέστρεψα ξανά στο Κίεβο. Με ήθελε ξανά η ομάδα που ήμουν (Μέταλουργκ). Τότε είχα άλλες δυο προτάσεις αλλά προτίμησα να πάω στην Μέταλουργκ που τους ήξερα και δεν θα χρειαζόμουν χρόνο προσαρμογής. Δυστυχώς και οι δυο ομάδες διαλύθηκαν. Χάσαμε όλα τα λεφτά μας και μας το είπαν τελευταία στιγμή άρα έμεινα χωρίς ομάδα και αναγκάστηκα να πάω στη Σλοβακία για δοκιμή».

Το 2017 μετά από την επιστροφή σου στην Ουκρανία και το πέρασμα σου από τη Σλοβακία (Σλόβαν Μπρατισλάβας) , πήρες την απόφαση να γυρίσεις στην Ελλάδα. Μετά από οκτώ χρόνια και τόσες παραστάσεις από το εξωτερικό.

«Όλα αυτά αν τα βάλεις κάτω… μέσα σε οκτώ χρόνια έζησα τόσο έντονα πράγματα. Δεν είναι ότι πχ ήμουν στην Γερμανία για οκτώ χρόνια και μετά επέστρεψα στην Ελλάδα. Ήταν πολύ δύσκολο που έζησα όλες αυτές τις καταστάσεις στα μεσοδιαστήματα και ήταν κάτι που με κούρασε πολύ ψυχολογικά και ήθελα απλά να επιστρέψω γιατί και από τη Σλοβακία έφυγα με ένα δικαστήριο που είχα με την ομάδα οπότε και εκεί δεν εξελίχτηκαν τα πράγματα όπως θα το ήθελα και αναγκαστικά είπα να επιστρέψω στην Ελλάδα γιατί θεώρησα εκείνη την περίοδο πως θα βρω την ηρεμία μου και θα επιστρέψω σε μια καλή ομάδα όπως ήταν ο Πανιώνιος. Με ήθελε ο προπονητής οπότε πάλι από οικονομικής πλευράς θα ήταν χαμηλότερα τα οικονομικά μεγέθη αλλά από την άλλη θα μου έδιναν το κίνητρο να μπω πάλι στην ελληνική αγορά γιατί είχα φύγει αρκετά χρόνια και σε μια καλή ηλικία στα 27, άρα ήθελα να μπω ξανά στην καθημερινότητα εδώ και μου είχε λείψει όχι τόσο η ελληνική ζωή όσο το ότι ήμουν μόνος μου τόσα χρόνια στο εξωτερικό, βίωσα τόσο πρωτόγνωρες καταστάσεις οι οποίες σε κουράζουν

Επέλεξα να επιστρέψω στον Πανιώνιο. Και εκεί όμως. Είναι οι τραυματισμοί. Σ’ αφήνουν συνέχεια έξω και δεν ξέρεις πόσο θα μείνεις εκτός. Στον Πανιώνιο όταν υπέγραψε μετά από ενάμιση μήνα χτύπησα πάλι στο πόδι και έπρεπε να μείνω 3-4 μήνες εκτός. Σκέψου όλο αυτό το ψυχολογικό φορτίο, την απογοήτευση που νιώθεις για να πας να πάρεις μια άλλη απόφαση να πας στον Πλατανιά που αν με ρώταγες 5-6 χρόνια πριν δεν θα ήταν καν στα σχέδια μου. Δεν ξέρεις πως στα φέρνει η πορεία και η ζωή γενικότερα.

«Το μεγαλύτερο απωθημένο μου ήταν ότι εξωτερικοί παράγοντες δεν μου άφησαν ποτέ το περιθώριο να ευχαριστηθώ το ποδόσφαιρο – Τελικά το να είσαι υγιής είναι το πιο σημαντικό πράγμα».

Τι θα χαρακτήριζες ως το μεγαλύτερο σου απωθημένο στην καριέρα σου;

«Σίγουρα την συμμετοχή σε ένα Μουντιάλ ή στο Champions League. Από κει και πέρα το μεγαλύτερο για μένα απωθημένο ήταν ότι είχα τόσα σκαμπανεβάσματα και τόσες δυσκολίες από εξωτερικούς παράγοντες οι οποίοι δεν μου άφησαν ποτέ το περιθώριο να ευχαριστηθώ το ποδόσφαιρο σε σχέση με ένα παιδί που ξεκινάει και το βλέπει τώρα στην ζωή του. Ή όπως τα τελευταία χρόνια που βλέπεις κάποια άτομα να παίζουν 20-15 χρόνια σε υψηλό, ωραίο επίπεδο και ευχαριστιούνται το ποδόσφαιρο. Ενώ εγώ δυστυχώς κάθε εξάμηνο, κάθε χρόνος ήταν πολύ δύσκολος. Να σου πω μόνο τα χρόνια που ήμουν στην ΑΕΚ ευχαριστήθηκα πραγματικά το τι σημαίνει ποδόσφαιρο γιατί αυτό ήταν στην αρχή της καριέρας μου, δεν είχα τραυματισμούς, ήμουν υγιής οπότε τελικά το να είσαι υγιής είναι το πιο σημαντικό πράγμα και αυτό θα σου δώσει το κίνητρο να κάνεις το επόμενο βήμα. Αυτό είναι το απωθημένο μου. Ότι δεν μπόρεσα να χαρώ το ποδόσφαιρο όπως το χάρηκα στην αρχή της καριέρας μου».

«Υπάρχουν παίκτες που όταν παίζουν στην Ελλάδα είναι στην απαξίωση και όταν πάνε στο εξωτερικό βλέπεις ότι τους σέβονται και τους εκτιμούν»

Το σχόλιο σου για τους Έλληνες του εξωτερικού οι οποίοι θριαμβεύουν στο εξωτερικό και η Ελλάδα… ακούγεται σε ότι αφορά τους παίκτες.

«Είναι πάρα πολύ ωραία γιατί ανέκαθεν μετά τη δεκαετία του 2000 και σίγουρα πριν ήταν ήταν λόγω επιπέδου ή λόγω χρημάτων, το ελληνικό πρωτάθλημα ήταν καλό και έτσι δεν έφευγαν εύκολα οι Έλληνες ποδοσφαιριστές. Για αυτούς που είχαν φύγει νωρίτερα δεν υπήρχε η ανάλογη ενημέρωση για την εξέλιξη τους λόγω ίντερνετ. Νομίζω μετά το 2000 που παρακολουθούσαμε και έφευγαν πολλοί περισσότεροι Έλληνες παίκτες μέχρι τώρα ουσιαστικά που παίζουν αρκετά παιδιά, σε χαροποιεί το γεγονός ότι απολαμβάνουν το ποδόσφαιρο στο εξωτερικό. Το ότι νιώθουν σημαντικοί στις ομάδες τους, για τον εαυτό τους.

Ο κόσμος εδώ τους αντιμετωπίζει πολύ διαφορετικά. Δηλαδή υπάρχουν παίκτες που όταν παίζουν στην Ελλάδα είναι στην απαξίωση και όταν πάνε στο εξωτερικό βλέπεις ότι σέβονται, εκτιμούν. Χαίρομαι πραγματικά γιατί εδώ είναι αρκετά δύσκολο να… βγάλουν το ταλέντο τους και χαρακτηρίζονται συνέχεια από πολύ μικρά πράγματα ή μπαίνουν στο στόχαστρο. Βλέπεις αυτά τα παιδιά πάνε στο εξωτερικό και δικαιώνουν το όνομα τους, αποδίδουν πολύ καλά, δεν το βλέπουν κι αυτοί ως μισθοφόροι που το βλέπουν κάποιοι άλλοι και αυτό με χαροποιεί πάρα πολύ να βλέπω ότι δικαιώνουν τους εαυτούς τους, την προσπάθεια τους και αλλάζουν τρόπο σκέψης».

Βλέπεις να γίνεται κάτι όμορφο στην Εθνική με την έλευση του Πογέτ; Βλέπουμε μια καινούργια και υγιή ομάδα.

«Σίγουρα. Τα αποδυτήρια παίζουν ρόλο σε κάθε ομάδα. Είναι η καρδιά και το πρόσωπο που θα βγάλει η ομάδα μέσα στον αγωνιστικό χώρο. Υπάρχει ένας άνθρωπος που είναι ο κύριος Κωνσταντινίδης που έχει παίξει ποδόσφαιρο σε πολύ υψηλό επίπεδο, έχει παίξει στην Εθνική ομάδα, ξέρει να διαχειριστεί τις καταστάσεις και σίγουρα ο προπονητής. Το όνομα του. Πρώτα ποδοσφαιρικά είναι τεράστιο και μετά προπονητικά. Με την πειθαρχία που έχει, υπάρχει και ένα… μήνυμα με τους νεαρούς ποδοσφαιριστές αυτή τη στιγμή. Βοηθούν πολύ το να δημιουργηθεί πρώτα ένα καλό κλίμα και μετά να παρουσιάσει ένα καλύτερο πρόσωπο η ομάδα μέσα στον αγωνιστικό χώρο. Υπάρχουν παιδιά που θέλουν να βρίσκονται στην Εθνική, τους κάνει καλό αυτό και δεν υπάρχει γκρίνια ή οτιδήποτε άλλο εξωαγωνιστικό και νομίζω ότι όλοι θέλουν να πάνε΄αυτή τη στιγμή στην ελληνική ομάδα γιατί θα τους αρέσει πρώτα απ’ όλα το κλίμα. Χρειάζεται υπομονή. Τα παιδιά γνωρίζουν καλύτερα από μόνοι τους τι πρέπει και τι μπορούν να κάνουν».

«Δυστυχώς στην Ελλάδα δεν έχουμε εξαργυρώσει καθόλου αυτά τα χρόνια την επιτυχία του 2004»

Θεωρείς ότι το ελληνικό ποδόσφαιρο έχει κάνει βήματα… μπροστά;

«Σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια, όχι. Δυστυχώς δεν έχουμε εξαργυρώσει καθόλου όλα αυτά τα χρόνια την επιτυχία που έγινε το 2004. Θεωρώ ότι κάθε χρόνο υπήρχε φθορά και έπεφτε το επίπεδο πάρα πολύ. Το μόνο πράγμα που με χαροποιεί τα τελευταία χρόνια είναι ότι φεύγουν περισσότεροι Έλληνες παίκτες και δίνεται η δυνατότητα σε αυτά τα παιδιά να δείξουν το ταλέντο τους και να βοηθήσουν τους εαυτούς τους και τις οικογένειες τους. Νομίζω ότι φέτος γίνεται ένα πάρα πολύ καλό πρωτάθλημα και ευελπιστώ να έχει ωραία εξέλιξη μέχρι το τέλος, με σασπένς».

Το σχόλιο σου για τους παίκτες των ακαδημιών και πως αξιοποιούνται.

«Είναι καθαρά η φιλοσοφία της κάθε ομάδας. Από εκεί ξεκινάει όλο το έργο. Η ομάδα είναι αυτή που θα καθορίσει τι πρέπει να κάνει και τι όχι και θεωρώ ότι αν μια ομάδα κάθε χρόνο αποφασίσει ότι πρέπει να στηριχτούν 2-3 παιδιά να βγαίνουν από τις ακαδημίες γιατί πρέπει να παίξουν, να πουλήσουν οι ομάδες όπως έκαναν τα προηγούμενα χρόνια και ο Ολυμπιακός και ο ΠΑΟΚ ακόμα».

Είναι στα σχέδια σου η προπονητική;

«Ναι. Σκοπεύω το επόμενο διάστημα να ακολουθήσω αυτόν τον πολύ διαφορετικό δρόμο. Είμαι ακόμα στην αρχή, στην σκέψη και ευελπιστώ να πάνε όλα καλά. Θέλει αρκετή προσπάθεια και υπομονή από εδώ και πέρα γιατί είναι τελείως άλλος κόσμος σε σχέση με όλα αυτά τα χρόνια που ήμουν ποδοσφαιριστής».